‘’δεν είμαι πάντα ωκεανός που συνεχώς βογγά αλλά και θάλασσα αυγουστιάτικη που σπαρταρά στον ΉΛΙΟ’’
ΠΆΡΕ ΤΗ ΛΕΞΗ ΜΟΥ, ΔΩΣ ΜΟΥ ΤΟ ΧΕΡΙ ΣΟΥ’’
Α.ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ
….κοίτα αυτό το σώμα, κοίτα τα μάτια στο καθρέφτη που σιγοκλαίνε.
Κοίτα πως λιώνουν όλα, χάνονται, πεθαίνουν.
Τι θα μείνει? Τι μένει πίσω και τι είναι αυτό που φεύγει?
Ένα λουλούδι που άνθισε και μαράθηκε γιατί κόπηκε από του κηπουρού το χέρι…..
Άδικα περίμενε την άνοιξη να ζωντανέψει…
Αυτή η ζωή των ζωντανών νεκρών πόσο μακριά μπορεί να φτάσει?
Πρέπει να θέλεις, να μπορείς για ν ακούσεις και ν αγαπήσεις.
Να βρεις το τέλος της αρχής για ν αποφασίσεις.
Χριστίνα
Παράλληλη ζωή…
Με βλέπω…
Στέκομαι απλά στο παράθυρο και χαζεύω το δρόμο.
Κλείνω τη κουρτίνα και γυρίζω να ρίξω μια τελευταία ματιά στο χώρο. Ο χώρος. Μετράω τις διαστάσεις του. Το ρολόι στο τοίχο μου θυμίζει τι ώρα είναι. Ώρα να φύγω. Να δώσω εντολή στα πόδια μου. Να πάρω βαθιά αναπνοή και να το κάνω και αυτό. Αναπνοή. Πόσες αναπνοές θα μου χρειαστούν άραγε για να το πετύχω?
Δεν έμαθα να φεύγω αλλά τώρα ήταν η μόνη λύση. Αναρωτήθηκα πολλές φορές γιατί πρέπει να βρω λύση σε ένα πρόβλημα, που ποτέ μου δεν ήθελα να το λύσω. Να το ξέρω καν. Μάταιο.
Απάντηση δε βρήκα. Και βρήκα τη λύση. Να φύγω. Να μετατοπιστώ. Να πάω σε άλλη παράλληλο. Γιατί παράλληλος θα είναι. Σίγουρα…
Δεν άλλαξα. Απλά έσπασα. Χίλια κομμάτια. Μικρά και παντού σκορπισμένα στο χώρο. Στο χώρο μου. Στα υφάσματά μου. Στα έπιπλά μου. Στη μυρωδιά μου. Στη γαλήνη μου. …..
Χάθηκε η γαλήνη. Τρόμαξε και αυτή από το θόρυβο που έκανα σπάζοντας. Και έφυγε. Αυτή πρώτη. Με άφησε. Με το πρώτο θόρυβο, με άφησε. Με κοίταξε βουβή και χάθηκε. Ίσως τη βρω ξανά…ίσως…
Οι ήχοι στο χώρο υπόκωφοι. Σιωπηλοί. Ήρεμοι. Ίσως να τους ηρεμεί που φεύγω. Οι φωνές μου ίσως τους προκαλούσαν πονοκέφαλο τώρα τελευταία. Μπορεί…
Τα χέρια μου κρύα. Το ίδιο και η καρδιά μου. Το ίδιο και τα μάτια μου. Κρύωσαν από την παγωνιά. Κρύωσαν από τα δάκρυα. Δάκρυα. Με προστάτευσαν πολλές φορές. Ήταν η λύση μου. Αλλά ήταν παροδική. Αυτά ακόμη δεν έφυγαν. Έμειναν. Ζουν από εμένα. Με συντροφεύουν. Παρέα καλή. Αλλά λίγο παγερή. Ιδίως όταν κυλάν στα ζεστά μου μάγουλα. Αυτά καίνε. Πάντα. Ακόμη. Με ανατριχιάζει η αίσθηση….. κρύο να κυλά πάνω στο ζεστό. Το αποδέχτηκα κι αυτό. Όπως όλα. Όπως πάντα…….
Κλείνω τα μάτια. Σταματώ έτσι για λίγο τα δάκρυα. Τα βλέπω όλα. Όχι γρήγορα. Σιγά σιγά. Βασανιστικά αργά. Το στέρνο μου φουσκώνει. Χρειάζομαι όσο περισσότερο αέρα μπορώ να πάρω, για να μπορέσω να βγάλω αυτό το ΄΄αχ…..’από μέσα μου’’ . Το πετυχαίνω. Σπάει τη σιωπή…..
Λοιπόν, η απόφαση πάρθηκε, λέχθηκε και έγινε αποδεκτή. Χτυπάω ολόκληρη. Θάρρος. Η πόρτα ανοίγει….
Τελικά πονάνε και αυτοί που φεύγουν αλλά και αυτοί που μένουν πίσω και κοιτάν τη πόρτα πλέον κλειστή….
Έμεινα εκεί αλλά δε με βλέπω πια….
(κείμενο αφιερωμένο σε σένα, που μου ζήτησες να σου πω, πως νιώθω για ότι περνάς….. )…… λόγια ψυχής γραμμένα από έναν καθ' όλα συνηθισμένο άνθρωπο...
βασιλική 2006ναι, ο πόνος επαναλαμβάνεται αλλά τι νόημα έχει?