Θα σου γράψω μια ιστορία, σαν να την ψιθυρίζουμε μαζί σε μια ήσυχη αυλή με πασχαλιες σε κάποιο μικρό χωριό της επαρχίας
"Η ιστορία της Πασχαλιάς"
Κάποτε, υπήρχε ένα κορίτσι που γεννήθηκε με την ψυχή γεμάτη μνήμη.
Δεν ήξερε πώς, αλλά θυμόταν πράγματα πριν καν τα ζήσει.
Θυμόταν μια σκάλα λουσμένη στον ασβέστη, μια πασχαλιά που άνθιζε δίπλα της και εκείνη, μικρή, καθισμένη στο σκαλοπάτι να μετράει τις μέρες μέχρι την Ανάσταση.
Κάθε Μεγάλη Εβδομάδα της φαινόταν βαριά, σαν να την κουβαλούσε μέσα της.
Όχι γιατί την ανάγκαζε κανείς να πιστέψει, αλλά γιατί η ψυχή της ήξερε.
Κάποιος κατέβηκε στον κόσμο για χάρη μας.
Και πληγώθηκε. Και συγχώρεσε. Και νίκησε τον θάνατο χωρίς να νικήσει τον άνθρωπο.
Οι πασχαλιές ήρθαν και πέρασαν. Κάποια άνοιξη δεν είχε άνθη. Κάποια χρόνια δεν είχε φωνές αγαπημένων.
Ο θάνατος ήρθε, όπως πάντα.
Αθόρυβος, πεισματάρης. Όμως όχι τελικός.
Γιατί όπως εκείνος, ο Χριστός, στάθηκε με καρφωμένα χέρια και δάκρυα στο Γολγοθά,
έτσι κι αυτή η ψυχή έμαθε να περιμένει την Ανάσταση.
Γιατί μετά το Σκοτάδι, πάντα έρχεται το Φως.
Όχι από εξωτερικά πυροτεχνήματα, αλλά από μέσα. Από το θαύμα που επιμένει να ανασαίνει ακόμα και μέσα στην απώλεια.
Και μια μέρα, αυτή η γυναίκα — όχι πια παιδί — έβγαλε τα παπούτσια της και περπάτησε πάνω σε υγρό γρασίδι, γεμάτο κόκκινες παπαρούνες.
Δεν είχε τίποτα πια να αποδείξει, τίποτα να κρατήσει. Μόνο ψυχή. Ήξερε τώρα πως δεν ήρθε στον κόσμο μόνο για να ζήσει με σώμα, αλλά για να φύγει με ψυχή.
Και πού πάει η ψυχή όταν φεύγει;
Ίσως επιστρέφει εκεί απ' όπου ήρθε — στο φως, στην αλήθεια, στην αγκαλιά Εκείνου που κάποτε περπάτησε δίπλα μας.
Ίσως γίνεται άνεμος, γίνεται μνήμη, γίνεται πασχαλιά που ανθίζει όταν δεν την περιμένεις.
Ίσως γίνεται λέξη γραμμένη σε ένα χαζομπλογκ, που το διαβάζουν λίγοι, αλλά ένας από αυτούς κάποτε θα τη χρειαστεί. Και τότε, θα σωθεί.
Γιατί το φως ποτέ δεν φεύγει. Μόνο αλλάζει μορφή.
Να είναι σαν ένα χέρι που απλώνεται στον καθένα.
Γιατί δεν χάνονται, δεν τελειώνουν, δεν σβήνουν…
Απλώς ανθίζουν αλλού. Ίσως σε έναν άλλον χρόνο.
Ίσως μέσα μας. Ίσως λίγο πιο πάνω από τη σιωπή.
Μετά τον πόνο, το φως. Μετά τον θάνατο, η Ανάσταση. Οι ψυχές δεν φεύγουν.
Γίνονται πασχαλιές !
Ολοκληρώνω την ιστορία , όχι σαν τέλος, αλλά σαν υπόσχεση. .....
Κλείνει τα μάτια γλυκά η ψυχή και κοιτάζει αλλού… εκεί που δεν τελειώνει τίποτα.
Εκεί που ανθίζουν οι ψυχές
Έχει πέσει ο ήλιος πια.
Το φως δεν χάνεται, μόνο απαλύνει, γίνεται πορτοκαλί, γίνεται χρυσό, και κουρνιάζει πάνω στα χόρτα.
Εκείνη στέκεται ακίνητη για λίγο, με τα γυμνά της πόδια στο υγρό γρασίδι.
Οι παπαρούνες γύρω της σαν μικρές φλόγες – κόκκινες, ζωντανές, σαν ματωμένα "σ αγαπώ" που δεν ειπώθηκαν ποτέ.
Σηκώνει το βλέμμα της. Κοιτάζει τον ουρανό.
Δε μιλάει. Δε χρειάζεται.
Γιατί μέσα της υπάρχει πια μια σιωπή που δεν πονάει – είναι γεμάτη.
Μια σιωπή που ξέρει πως τίποτα δεν χάθηκε στ’ αλήθεια. Πως όλοι εκείνοι που έφυγαν είναι ακόμη εδώ – στο φύσημα του ανέμου, στο μωβ της πασχαλιάς, στο φως που απλώνεται πάνω στα πάντα χωρίς να ρωτήσει κανέναν αν το αξίζει.
Και τότε ένα αεράκι σηκώνεται απαλά.
Της χαϊδεύει το πρόσωπο, σαν χάδι από χέρι αγαπημένο.
Κλείνει τα μάτια. Χαμογελά.
Η ψυχή της δεν ζητά πια να φύγει.
Γιατί τώρα ξέρει.
Δεν είμαστε μόνο σώμα. Ερχόμαστε σαν ανάσα και φεύγουμε σαν φως.
Και κάπου, κάπου ήσυχα και απλά… εκεί, ανθίζουν οι ψυχές, σαν ψίθυροι μέσα στην Άνοιξη.
Αφιερωμένο....
Για όποιον κάποτε νιώσει ότι χάνεται και χρειαστεί να θυμηθεί ότι οι ψυχές πάντα γνωρίζουν τον τρόπο ν ανθίζουν.
Χριστίνα Καμπά
Κάνε το σωστό...